Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

(Κῇρα μέλαιναν

См. также в других словарях:

  • SOMNUS — Aristoni atrocissimus publicanus, ut qui dimidium aetatis nostrae ad se rapit: Lethes frater iure dictus in Hymn. una cum Somniis, Fato, Parcis, Morte, Noctis filius, creditus est olim, uti discimus ex Hesiodo in Theogon. Certe Pausan. Eliacis… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • υπαλεύομαι — Α διαφεύγω, ξεφεύγω («τῶν ὑπαλευάμενος θάνατον καὶ κῆρα μέλαιναν φεύγω», Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο) * + ἀλεύομαι «απομακρύνομαι»] …   Dictionary of Greek

  • κηρ — (I) κήρ, κηρός, αιολ. τ. κάρ, ή, δωρ. πληθ. κάρες (Α) 1. ως κύριο όν. Κήρ η θεά τού θανάτου, ιδίως τού βίαιου, ή τού ολέθρου («δειναὶ δὲ κῆρες σ αἱ κυνώπιδες θεαί», Ευρ.) 2. ως προσηγ. θάνατος, ιδίως βίαιος ή, γενικά, συμφορά, καταστροφή (α.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»